«Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν. μνηστευθείσης γὰρ τῆς μητρὸς αὐτοῦ Μαρίας τῷ Ἰωσήφ, πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου» (Ματθ. α΄ 18).
Λίγο νωρίτερα ο ευαγγελιστής είχε αναφέρει τη γενεαλογία του Ιησού ή μάλλον του δίκαιου Ιωσήφ, από τη φυλή Ιούδα του οίκου Δαβίδ. Στη γενεαλογία αυτή ο ευαγγελιστής αναφέρει άντρες που γεννήθηκαν με φυσικό τρόπο από άλλους άντρες, όπως γεννιούνται όλοι οι άνθρωποι στη γη. Και ξαφνικά εξιστορεί τη γέννηση του Χριστού λέγοντας: Τοῦ δὲ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἡ γέννησις οὕτως ἦν… θέλοντας μ’ αυτό το «δὲ» να δείξει τον ασυνήθιστο και υπερφυσικό τρόπο της γέννησής Του, που διαφέρει διαμετρικά από τον τρόπο γέννησης όλων των προγόνων του Ιωσήφ που ανέφερε πριν. Η Μαρία, η μητέρα του, ήταν μνηστευμένη με τον Ιωσήφ. Στα μάτια του κόσμου η μνηστεία αυτή ήταν σαν μια προετοιμασία για έγγαμη ζωή. Στα μάτια του Ιωσήφ και της Μαρίας όμως τα πράγματα δεν έδειχναν έτσι. Η Μαρία ήταν καρπός δακρύων και προσευχής. Αφιερώθηκε στο Θεό από τους γονείς της. Από την πλευρά της η ίδια δέχτηκε με τη θέλησή της την αφιέρωση που έκαναν οι γονείς της, όπως φαίνεται κι από την πολυετή υπηρεσία της στο ναό της Ιερουσαλήμ. Αν είχε ακολουθήσει την κλίση της, σίγουρα θα είχε περάσει το υπόλοιπο του βίου της στο Ναό όπως η προφήτιδα Άννα, η κόρη του Φανουήλ (Πρβλ. Λουκ. β΄ 36-37). Ο νόμος όμως όριζε διαφορετικά. Κι έτσι έπρεπε να γίνουν τα πράγματα. Αρραβωνιάστηκε με τον Ιωσήφ. Κι αυτό όχι για να ζήσει έγγαμη ζωή, αλλ’ ακριβώς για ν’ αποφύγει το γάμο. Όλες οι λεπτομέρειες της μνηστείας της και το νόημά της υπάρχουν στην παράδοση της Εκκλησίας. Κι αν οι άνθρωποι εκτιμούσαν την παράδοση που αναφέρεται στη Μητέρα του Θεού, στο δίκαιο Ιωσήφ και σ’ όλους εκείνους που εμπλέκονται στο ευαγγέλιο με το θέμα αυτό, όπως εκτιμούν τις άλλες παραδόσεις (μερικές μάλιστα από τις πιο υπερβολικές) για βασιλιάδες, επαναστάτες και σοφούς αυτού του κόσμου, το νόημα της μνηστείας της Παναγίας Παρθένου με τον Ιωσήφ θα ήταν ξεκάθαρο σε όλους.
(Ο άγιος Ιγνάτιος λέει πως η Παρθένος μνηστεύθηκε «ώστε η γέννησή Του να μείνει κρυφή στο διάβολο. Ώστε ο διάβολος να νομίσει πως ο Ιησούς γεννήθηκε από μια έγγαμη γυναίκα, όχι από Παρθένο». Το ίδιο το συναντάμε και στον Ιερώνυμο στα Σχόλια στο Ματθαίο και στον άγιο Γρηγόριο Νεοκαισαρείας στη Δεύτερη Ομιλία στον Ευαγγελισμό).
Πρὶν ἢ συνελθεῖν αὐτοὺς… Τα λόγια αυτά δεν σημαίνουν πως μετά συνήλθαν σαν αντρόγυνο ή πως αυτό βρισκόταν στο νου του ευαγγελιστή. Ο ευαγγελιστής στην περίπτωση αυτή ενδιαφέρεται μόνο να περιγράψει τη γέννηση του Κυρίου Ιησού Χριστού, τίποτ’ άλλο. Τα παραπάνω λόγια τα γράφει για να δείξει πως η γέννησή Του δεν έγινε από μίξη άντρα και γυναίκας. Επομένως τα λόγια του ευαγγελιστή πρέπει να τα εννοήσουμε ως εξής: «καὶ χωρὶς νὰ συνέλθουν μεταξύ τους, εὑρέθη ἐν γαστρὶ ἔχουσα ἐκ Πνεύματος Ἁγίου». Μόνο εκ Πνεύματος Αγίου θα μπορούσε να γεννηθεί Εκείνος που, μέσα στη βασιλεία του σκότους και του πονηρού, έμελλε να ιδρύσει τη Βασιλεία του Πνεύματος του φωτός και της αγάπης. Πώς θα μπορούσε να εκπληρώσει τη θεϊκή αποστολή Του στη γη, αν είχε έρθει όπως όλοι οι φυσιολογικοί άνθρωποι που είναι αιχμαλωτισμένοι από την αμαρτία και δέσμιοι της φθοράς; Θα ήταν τότε σαν να βάζουμε καινούργιο κρασί σε παλιά ασκιά. Εκείνος που ήρθε για να σώσει τον κόσμο θα είχε κι αυτός έτσι ανάγκη να σωθεί. Ο κόσμος θα μπορούσε να σωθεί μόνο μ’ ένα θαύμα του Θεού. Όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο αυτό πίστευαν. Κι όταν το θαύμα του Θεού επιτελέστηκε δεν έπρεπε ν’ αμφισβητηθεί. Έπρεπε να το πιστέψουν και να το εκτιμήσουν, γιατί απ’ αυτό προκύπτει λύτρωση και σωτηρία.
Πώς αντέδρασε ο Ιωσήφ με το που έμαθε για την εγκυμοσύνη της Παρθένου Μαρίας; «Ἰωσὴφ δὲ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, δίκαιος ὢν καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν» (Ματθ. α΄ 19). Όπως βλέπουμε, ενήργησε σύμφωνα με το νόμο του Θεού. Έκανε υπακοή στο θέλημα του Θεού, όπως τουλάχιστον αυτός είχε αποκαλυφθεί στους Ισραηλίτες. Ενήργησε όμως και με ταπείνωση ενώπιον του Θεού. Ο σοφός Σολομών προειδοποιεί: «Μὴ δικαιοῦ ἔναντι Κυρίου». Μην εφαρμόζεις σκληρή δικαιοσύνη σ’ αυτούς που αμάρτησαν. Νιώσε τη δική σου αδυναμία, τις δικές σου αμαρτίες, και προσπάθησε να ελαφρύνεις τη δικαιοσύνη σου προς τους αμαρτωλούς. Εμποτισμένος με τέτοιο πνεύμα ο Ιωσήφ, δεν ήθελε να παραδώσει στη δικαιοσύνη την Παρθένο Μαρία για την αμαρτία που υποπτευόταν. Καὶ μὴ θέλων αὐτὴν παραδειγματίσαι, ἐβουλήθη λάθρᾳ ἀπολῦσαι αὐτήν. Η πρόθεσή του αυτή μας δείχνει τι υποδειγματικός άνθρωπος ήταν ο Ιωσήφ. Υποδειγματικός στη δικαιοσύνη και το έλεος, όπως τον ήθελε το πνεύμα του παλιού νόμου. Για τον Ιωσήφ όλα ήταν απλά και καθαρά, όπως στην ψυχή κάθε θεοφοβούμενου ανθρώπου.
Αυτά σκεφτόταν ο Ιωσήφ. Βρήκε έναν πολύ κατάλληλο τρόπο για να δώσει λύση στο πρόβλημα. Ξαφνικά όμως επενέβη ο ουρανός στο σχέδιό του και δέχτηκε μια αναπάντεχη εντολή:
«Ταῦτα δὲ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος ἰδοὺ ἄγγελος Κυρίου κατ᾿ ὄναρ ἐφάνη αὐτῷ λέγων· Ἰωσὴφ υἱὸς Δαυῒδ, μὴ φοβηθεῖς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου· τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἀγίου» (Ματθ. α΄ 20). Ο άγγελος του Θεού που λίγο νωρίτερα είχε ανακοινώσει στην Παρθένο την έλευση του Θεανθρώπου στον κόσμο, τώρα έρχεται να ξεκαθαρίσει σ’ αυτόν τα πράγματα. Η αμφιβολία του Ιωσήφ ήταν ένα εμπόδιο σ’ αυτό το σχέδιο. Ένα μεγάλο και επικίνδυνο εμπόδιο που πρέπει να παραμεριστεί. Για να δείξει πόσο εύκολο είναι για τις ουράνιες δυνάμεις να κάνουν πράγματα που είναι πολύ δύσκολα για τους ανθρώπους, ο άγγελος δεν του εμφανίστηκε σε όραμα, αλλά στον ύπνο του, σε όνειρο. Με τα λόγια αυτά στον Ιωσήφ, τον υιό του Δαβίδ, ο άγγελος θέλησε από τη μια να τον επιβραβεύσει κι από την άλλη να τον προειδοποιήσει. Σαν απόγονος του Βασιλιά Δαβίδ πρέπει να χαρείς περισσότερο από κάθε άλλον άνθρωπο για το μυστήριο αυτό και πρέπει να το κατανοήσεις καλύτερα από κάθε άλλον.
Γιατί όμως ο άγγελος αποκαλεί την Παρθένο γυναίκα του; Μὴ φοβηθεῖς παραλαβεῖν Μαριὰμ τὴν γυναῖκά σου, του είπε. Με τον ίδιο τρόπο που ο Κύριος είπε στη μητέρα Του από το σταυρό: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου», και στο μαθητή Του, «ἰδοὺ ἡ μήτηρ σου» (Ἰωάν. ιθ΄ 26-27). Ο ουρανός δε λέει παραπανίσια λόγια. Κι αν αυτό δεν ήταν απαραίτητο, γιατί να το πει ο άγγελος; Αν το γεγονός ότι ο άγγελος αποκάλεσε τη Μαρία γυναίκα του Ιωσήφ έχει γίνει πέτρα σκανδάλου σε μερικούς άπιστους, αυτό είναι μια άμυνα της αγνότητας εναντίον της ανηθικότητας. Γιατί τα λόγια του Θεού δεν απευθύνονται μόνο σε ανθρώπους, αλλά σ’ όλους τους κόσμους, αγαθούς και πονηρούς. Εκείνος που θέλει να εισχωρήσει στην καρδιά των μυστηρίων του Θεού, τότε θα πρέπει να βλέπει και με το μάτι του Θεού όλα τα πράγματα, ορατά και αόρατα.
«Τὸ γὰρ ἐν αὐτῇ γεννηθὲν ἐκ Πνεύματός ἐστιν Ἀγίου». Αυτή είναι θεϊκή ενέργεια, όχι ανθρώπινη. Μην προσέχεις τη φύση, μη φοβάσαι τους νόμους της. Αυτή είναι ενέργεια Εκείνου που είναι μεγαλύτερος από τη φύση, ισχυρότερος από το νόμο. Χωρίς αυτόν δε θα υπήρχε φύση, ούτε και νόμος της βέβαια.
Απ’ όσα είπε ο άγγελος στον Ιωσήφ είναι φανερό πως η Παρθένος Μαρία δεν του είχε πει τίποτα για την προηγούμενη συνάντησή της με τον αρχάγγελο Γαβριήλ. Είναι φανερό επίσης πως τώρα, που ο Ιωσήφ θέλησε να την διώξει, δε δικαιολογήθηκε με κανένα τρόπο. Το μήνυμα του αγγέλου, όπως κι όλα τα ουράνια μυστήρια που της αποκαλύπτονταν στη συνέχεια, η Μαρία τα «διετήρει… ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς» (Λουκ. β΄ 51). Ο φόβος του Θεού κι η υπακοή της σ’ Αυτόν την έκαναν να μην τη νοιάζει αν ταπεινώνεται μπροστά στους ανθρώπους. «Αν τα βάσανά μου είναι ευάρεστα στο Θεό, γιατί να μην τα υπομείνω;» έλεγε κάποιος από τους αγίους Μάρτυρες αργότερα. Η πάναγνη Παρθένος που ζούσε με αδιάλειπτη προσευχή και θεωρία του Θεού σίγουρα θα μπορούσε να πει: «Αν η ταπείνωσή μου είναι ευάρεστη στο Θεό, γιατί να μην την υπομείνω; Μου αρκεί να είμαι δίκαιη ενώπιον του Θεού, που ετάζει καρδίας, κι ο κόσμος ας μου συμπεριφερθεί όπως θέλει». Γνώριζε καλά πως ο κόσμος δε θα μπορούσε να της κάνει τίποτα αν ο Θεός δεν το επέτρεπε. Τι γνήσια ταπείνωση είναι αυτή, τι θαυμαστή αφοσίωση στο θέλημά Του! Αλλά και τι ηρωικό φρόνημα διακρίνει κανείς σε μια λεπτή κι ευαίσθητη παρθένο!
Οι αμαρτωλοί, σήμερα όπως και παλιά, καλούν ψευδομάρτυρες για να τους δικαιώσουν. Η Παρθένος Μαρία, αντίθετα, δεν είχε κανέναν άνθρωπο να μαρτυρήσει υπέρ της, αλλά ούτε και προσπάθησε να δικαιολογηθεί. Μάρτυρα είχε μόνο τον παντοδύναμο Θεό. Δεν ταράχτηκε, έμεινε ήρεμη και σιωπηλή. Περίμενε μόνο το Θεό να την δικαιώσει, όποτε Εκείνος το έκρινε. Κι ο Θεός δεν άργησε να δικαιώσει την εκλεκτή Του. Ο ίδιος άγγελος που της είχε αποκαλύψει το μέγα μυστήριο της σύλληψής της, έσπευσε τώρα να μιλήσει εκ μέρους της σιωπηλής Παρθένου. Κι αφού εξήγησε στον Ιωσήφ όσα είχαν προηγηθεί, ο άγγελος του Θεού προχώρησε και του εξήγησε αυτό που έπρεπε να γίνει:
«Τέξεται δὲ υἱὸν καὶ καλέσεις τὸ ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν· αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν» (Ματθ. α΄ 21). Λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Δεν είπε ο άγγελος, θα σου κάνει γιο, αλλά τέξεται, θα γεννήσει. Γιατί ο υιός αυτός δεν προοριζόταν μόνο για εκείνον, αλλά και για τον κόσμο ολόκληρο». Ο άγγελος είπε στον Ιωσήφ να φερθεί στο Νεογέννητο σα να ’ταν πραγματικός του πατέρας. Και καλέσεις το όνομα αυτού, του είπε. «Ιησούς» σημαίνει «Σωτήρ». Γι’ αυτό κι η επόμενη παράγραφος αρχίζει με το «αὐτὸς γὰρ», που είναι αιτιολογικό. Γιατί Αυτός θα σώσει. Εξηγεί έτσι γιατί παίρνει την εντολή να τον ονομάσει Ιησού, δηλαδή Σωτήρα.
Ο αρχάγγελος είναι αληθινός αγγελιοφόρος του Θεού. Αυτά που λέει, του τα είπε ο Θεός. Βλέπει την αλήθεια του Θεού. Γι’ αυτόν η φύση κι οι νόμοι της είναι σα να μην υπάρχουν. Το μόνο που γνωρίζει είναι η παντοδυναμία του ζώντος Θεού, όπως κάποτε τη γνώριζε κι ο Αδάμ. Λέγοντας «αὐτὸς γὰρ σώσει τὸν λαὸν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν ἁμαρτιῶν αὐτῶν», ο αρχάγγελος αποκάλυψε το μέγιστο έργο του Χριστού. Ο Χριστός έπρεπε να έρθει για να σώσει τον κόσμο όχι από κάποιο εξωτερικό κακό αλλά από το μέγιστο κακό: την αμαρτία. Γιατί η αμαρτία είναι η πηγή κάθε κακού στον κόσμο. Ο Χριστός ήρθε για να σώσει το δέντρο της ανθρωπότητας όχι από κάποιο πλήθος κάμπιες που κατατρώγουν τα φύλλα του κάθε χρόνο, αλλά από το σκουλήκι που καταστρέφει τις ρίζες του και το μαραίνει. Δεν ήρθε για να σώσει τον άνθρωπο από τους ανθρώπους, το λαό από τους λαούς, αλλά να σώσει όλους τους ανθρώπους κι όλους τους λαούς από το σατανά, τον σπορέα κι αρχηγό της αμαρτίας. Δεν ήρθε σαν τους Μακκαβαίους ή τον Βαραββά για να ξεσηκώσει επανάσταση εναντίον των Ρωμαίων που καταπίεζαν τους Ισραηλίτες και τους δυνάστευαν. Ήρθε ως αθάνατος και παγκόσμιος γιατρός, μπροστά στον Οποίο έρχονταν Ισραηλίτες και Ρωμαίοι, Έλληνες και Αιγύπτιοι κι όλοι οι άλλοι λαοί της γης, άρρωστοι και ταλαίπωροι, για ν’ απαλλαγούν από τον ένα και μόνο ιό: την αμαρτία. Ο Χριστός εκπλήρωσε αργότερα στο ακέραιο την προφητεία του αρχάγγελου. «Ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι», ήταν η νικηφόρα διακήρυξή Του σε όλη τη διάρκεια της επίγειας διακονίας Του στους ανθρώπους. Τα λόγια αυτά περιέχουν μέσα τους τόσο τη διάγνωση της αρρώστιας όσο και τη θεραπεία. Αμαρτία είναι η διάγνωση της αρρώστιας. Άφεση αμαρτιών είναι η θεραπεία. Ο Ιωσήφ ήταν ο πρώτος θνητός της Νέας Κτίσης που αξιώθηκε να γνωρίσει τον αληθινό σκοπό της έλευσης του Μεσσία και την αληθινή φύση της διακονίας Του.
Άγιος Νικόλαος Αχρίδος(Βελιμίροβιτς)