«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με»

 

Περὶ μελέτης τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ.

«Τί οὖν μακαριώτερον; τί εὐδαιμονέστερον; ἢ τί γλυκύτερον ἄλλο εἶναι ἢ τὸ νὰ μελετᾷ τις πάντοτε τὸ ἔνδοξον, τὸ τερπνὸν καὶ πολυπόθητον ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦ ὁποίου ὅ,τι καὶ ἂν ζητήσῃ τις ἀπὸ τοῦ Πατρὸς καὶ ἀπ᾿ αὐτοῦ τοῦ ἰδίου, ἐξάπαντος τὸ λαμβάνει;...

»Ποία δέ ἔννοια καὶ ἐνθύμησις εἶναι χαριεστέρα καὶ θειοτέρα ἀπὸ τῆς ἐννοίας καὶ ἐνθυμήσεως τοῦ σωτηρίου καὶ θεοπρεποῦς καὶ φοβεροῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα ὀνόματος, εἰς τό ὁποῖον κάμπτουσιν, ἀλλὰ καὶ κάμψουσι τὸ γόνυ τὰ ἐπουράνια, τὰ ἐπίγεια καὶ τὰ καταχθόνια;...».

(Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)

Ἡ καρδιακὴ προσευχή

Μέσα στὴν πνευματικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μας «Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ» ἢ «καρδιακὴ προσευχὴ» ὀνομάστηκε ἡ συνεχὴς καὶ σιωπηλὴ ἐπίκληση τοῦ θείου ὀνόματος τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ γίνεται μὲ θέρμη ἀπὸ τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ «Προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ» εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ προσφιλεῖς προσευχές, γιατὶ περιέχει ὅλη τὴ χάρη τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ. Δημιουργεῖ στὸν ἄνθρωπο κατάνυξη καὶ μετάνοια, γεμίζει τὴν καρδιά του μέ ἀγάπη, χαρὰ καὶ εἰρήνη, καὶ τὸν ἐνισχύει στὸν ἀγώνα του κατὰ τῶν παθῶν καὶ τῶν ἐπιθέσεων τοῦ διαβόλου. Ἐπειδὴ εἶναι ἁπλὴ καὶ περιεκτικὴ μπορεῖ νὰ τὴν χρησιμοποιεῖ ὁ καθένας καὶ σὲ κάθε στιγμὴ καὶ περίσταση τῆς ζωῆς του. Ἰδιαίτερα ὅμως προσφέρεται σ᾿ ἐκείνους ποὺ ἡ ὀργάνωση καὶ ὁ ρυθμὸς τῆς καθημερινῆς τους ζωῆς ὄχι μόνο δὲν τοὺς ἀφήνει πολὺ χρόνο γιὰ προσευχή, ἀλλὰ τείνει νὰ κρύψει ὁλότελα ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὴ θέα τοῦ προσώπου τοῦ Θεοῦ. Ἡ συχνὴ καὶ ἐγκάρδια ἐπίκληση τοῦ ἁγίου ὀνόματος τοῦ Θεοῦ ἐνσαρκώνει ἀκριβῶς αὐτὴ τὴν καθημερινὴ ἀναζήτηση καὶ εὕρεση τῆς βαθύτερης πραγματικότητας τῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος δηλαδὴ ποὺ δίνει ἀληθινὸ νόημα στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου.



Ἡ ἀνάγκη τῆς προσευχῆς

«Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχομεν ἀνάγκην τῆς προσευχῆς περισσότερον ἀπὸ ὅ,τι τὰ δένδρα ἔχουν ἀνάγκην τῶν ὑδάτων. Διότι οὔτε τὰ δένδρα δύνανται νὰ παράγουν τοὺς καρπούς, ἐὰν δὲν πίνουν ὕδωρ διὰ τῶν ριζῶν, οὔτε ἡμεῖς θὰ δυνηθῶμεν νὰ παραγάγωμεν τοὺς πολυτίμους καρποὺς τῆς εὐσεβείας, ἐὰν δὲν ποτιζώμεθα διὰ τῶν προσευχῶν. Διὰ τοῦτο πρέπει καὶ ὅταν ἐξεγειρώμεθα ἐκ τῆς κλίνης, νὰ προφθάνωμεν πάντοτε τὸν ἥλιον μὲ τὴν λατρείαν τοῦ Θεοῦ· καὶ ὅταν καθήμεθα εἰς τὴν τράπεζαν διὰ νὰ φάγωμεν καὶ ὅταν πρόκειται νὰ κοιμηθῶμεν. Μᾶλλον δὲ καθ᾿ ἑκάστην ὥραν καὶ μίαν προσευχὴν νὰ προσφέρωμεν εἰς τὸν Θεόν, διατρέχοντες τοιουτοτρόπως διὰ τῆς προσευχῆς ἕνα δρόμον ἴσον πρὸς τὸ διάστημα τῆς ἡμέρας».

(Ἱερὸς Χρυσόστομος)